-
1 φιλο-πλόκαμος
φιλο-πλόκαμος, Flechten, Locken liebend, Euphor. fr. 42.
-
2 φιλοπλόκαμος
φῐλο-πλόκᾰμος, ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φιλοπλόκαμος
-
3 φιλοπλόκαμος
φιλο-πλόκαμος, Flechten, Locken liebend
См. также в других словарях:
καλλίμαχος — I (Κυρήνη 310; – Αλεξάνδρεια 240; π.Χ.). Ποιητής και φιλόλογος. Υπήρξε ο πιο τυπικός εκπρόσωπος του αλεξανδρισμού. Ο Κ. περηφανευόταν ότι καταγόταν από τον Βάττο, τον ιδρυτή της Κυρήνης, και γι’ αυτό αποκαλούσε τον εαυτό του Βαττιάδη. Εγκατέλειψε … Dictionary of Greek