Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

φιλο-κερδής

См. также в других словарях:

  • οικοκερδής — οἰκοκερδής, ές (Α) ωφέλιμος για το σπίτι, για την οικογένεια. [ΕΤΥΜΟΛ. < οἶκος + κερδής (< κέρδος), πρβλ. αισχρο κερδής, φιλο κερδής] …   Dictionary of Greek

  • μεγαλοκερδής — μεγαλοκερδής, ές (Α) αυτός που αποφέρει μεγάλα κέρδη. [ΕΤΥΜΟΛ. < μεγαλ(ο) * + κερδής (< κέρδος), πρβλ. φιλο κερδής] …   Dictionary of Greek

  • μισοκερδής — μισοκερδής, ές (Α) αυτός που μισεί και απεχθάνεται το αισχρό κέρδος, τα ανέντιμα κέρδη. [ΕΤΥΜΟΛ. < μισῶ* + κερδής (< κέρδος), πρβλ. φιλο κερδής] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»