-
1 φθογγάζομαι
φθογγάζομαι, = φϑέγγομαι; Ep. ad. (IX, 539); Ion bei Philo II p. 466.
-
2 φθογγαζομαι
Anth. = φθέγγομαι См. φθεγγομαι -
3 φθογγάζομαι
1 give tongue ἀλκάεσσά τε Παλλάδος αἰγὶς μυρίων φθογγάζεται κλαγγαῖς δρακόντων (φθ]ογγαι[ Π.) Δ. 2. 18. -
4 φθογγάζομαι
A = φθέγγομαι, Παλλάδος αἰγὶς μυρίων φθογγάζεται κλαγγαῖς δρακόντων Pi.Dith.2.18, cf. Ion Trag.53 (lyr.);Κύκλωψ φθογγάζετο μύρμηξ AP9.539
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φθογγάζομαι
-
5 φθογγάζεται
φθογγάζομαιpres ind mp 3rd sg -
6 φθογγάζετο
φθογγάζομαιimperf ind mp 3rd sg (homeric ionic) -
7 φθογγή
-
8 φθογγῇ
См. также в других словарях:
φθογγάζομαι — Α [φθόγγος] (αποθ.) φθέγγομαι … Dictionary of Greek
φθογγάζεται — φθογγάζομαι pres ind mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φθογγάζετο — φθογγάζομαι imperf ind mp 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φθογγῇ — φθογγάζομαι fut ind mp 2nd sg (doric) φθογγή voice fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)