-
1 φαλαγγαρχία
φαλαγγαρχίᾱ, φαλαγγαρχίαcorps of 4096fem nom /voc /acc dualφαλαγγαρχίᾱ, φαλαγγαρχίαcorps of 4096fem nom /voc sg (attic doric aeolic) -
2 φαλαγγαρχία
φᾰλαγγ-αρχία, ἡ,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φαλαγγαρχία
-
3 φαλαγγαρχία
φαλαγγ-αρχία, ἡ, Amt, Würde des φαλαγγάρχης -
4 φαλαγγαρχίας
φαλαγγαρχίᾱς, φαλαγγαρχίαcorps of 4096fem acc plφαλαγγαρχίᾱς, φαλαγγαρχίαcorps of 4096fem gen sg (attic doric aeolic) -
5 φαλαγγαρχίαι
φαλαγγαρχίᾱͅ, φαλαγγαρχίαcorps of 4096fem dat sg (attic doric aeolic) -
6 φαλαγγαρχίαν
φαλαγγαρχίᾱν, φαλαγγαρχίαcorps of 4096fem acc sg (attic doric aeolic) -
7 φαλαγγάρχης
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φαλαγγάρχης
-
8 στρατηγία
A office of general, command, Hdt.1.59, 5.26, E.Andr. 678, 704, Eup. 100, Phryn.Com.22, etc.; παραλύειν τινὰ τῆς ς. Hdt.6.94; ἀνάσσων Ἑλλάδος στρατηγίας being chief general of Greece, E.IT17; τυραννίδος μᾶλλον.. μίμησις ἢ ς. Th. 1.95; of a naval command, Id.5.26, X.HG6.2.13.2 at Athens, office of στρατηγός, Ar.Pl. 192, Aeschin. 2.41: in pl., Pl.Ap. 36b, R. 599c, etc.; ἐν ταῖς ἐνιαυσίοις ς. Plu.Per. 16: presidency of the Achaean league, Plb.4.37.1, etc.; in Egypt, office of στρατηγός, πρὸς τῇ ς. deputy- στρατηγός, PEnteux.63.10 (iii B.C.), UPZ108.28 (ii B.C.); πρὸς τῇ ς. also,= στρατηγός, BGU12.6 (ii A.D.); at Rome, praetorship, Plu.Cat.Mi.39, Sull.5, etc.; cf.στρατηγός 11.3
,4.3 period of command, campaign, X.HG6.2.39.IV = φαλαγγαρχία, a force of 4096 men, Arr.Tact.10.7, Ael.Tact.9.8.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > στρατηγία
-
9 ἀποτομή
ἀποτομ-ή, ἡ,2 piece, segment,ἀπὸ τοῦ ἀπείρου Epicur.Ep.2
.p.37 U.;γῆς Ph.2.77
, cf. ib. 124 (pl.), Diog.Oen.24;κόσμου Ocell.3.3
; τοιαύτας ἔχειν τὰς ἀ., of the moon in eclipse, Arist.Cael. 297b25, cf. 294n4, Plot.6.4.7; end cut off, Dsc.5.120.b in Music, difference between λεῖμμα and τόνος, Gaud.Harm.14; τοῖς ἡμιτόνιοις τῷ τε ἐλάσσονι καὶ τῷ μείζονι, τουτέστι τοῦ τε λείμματος καὶ τῇ ἀ. ib.16.c Math., compound irrational straight line equivalent to binomial surd with negative sign, Euc.10.83, al.5 in Tactics, = φαλαγγαρχία (q.v.), Ascl.Tact.2.10, etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἀποτομή
См. также в других словарях:
φαλαγγαρχία — φαλαγγαρχίᾱ , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem nom/voc/acc dual φαλαγγαρχίᾱ , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φαλαγγαρχία — η, ΝΜΑ [φαλαγγάρχης] νεοελλ. μσν. η αρχή, το αξίωμα τού φαλαγγάρχη αρχ. 1. στρατιωτικό σώμα από 4.096 άνδρες, στρατηγία 2. ομάδα από 64 ελέφαντες … Dictionary of Greek
φαλαγγαρχία η — το αξίωμα του φαλαγγάρχη … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
φαλαγγαρχίας — φαλαγγαρχίᾱς , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem acc pl φαλαγγαρχίᾱς , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φαλαγγαρχίαι — φαλαγγαρχίᾱͅ , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φαλαγγαρχίαν — φαλαγγαρχίᾱν , φαλαγγαρχία corps of 4096 fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
στρατηγία — η, ΝΜΑ, και ιων. τ. στρατηγίη Α [στρατηγός] 1. το αξίωμα ή το έργο τού στρατηγού 2. η χρονική περίοδος κατά την οποία διατελεί κανείς στρατηγός, έχει την αρχηγία τού στρατού αρχ. 1. στρατηγική ικανότητα, στρατηγική δεινότητα («λέξον ἡμῑν πόθεν… … Dictionary of Greek