Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

φαγήσια

См. также в других словарях:

  • φαγήσια — an eating festival neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαγήσια — τὰ, Α (ενν. ἱερά) γιορτή που συνοδευόταν από ευωχία, από φαγοπότι. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φαγ τού αορ. β τού ρ. ἐσθίω «τρώγω» (βλ. λ. φαγεῖν) + κατάλ. ήσια, πληθ. ουδ. τής κατάλ. ήσιος (πρβλ. ἐτ ήσιος, ἡμερ ήσιος). Ο τ. έχει πιθ. σχηματιστεί κατ… …   Dictionary of Greek

  • φαγησίων — φαγήσια an eating festival neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαγησιπόσια — τὰ, Α φαγοπότι. [ΕΤΥΜΟΛ. < φαγήσια + πόσις] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»