-
1 Ἑκαταῖος
II Ἑκάταιον or Ἑκάτειον (cj. in Ar.V. 804, cf. Suid.), τό, statue or chapel of Hecate, placed at the entrance of houses or where three roads meet ([etym.] ἐν τριόδοις), Ar.l.c., Ra.366, cf. Hsch.2 Ἑκαταῖα, τά, v. Ἑκάτη II.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Ἑκαταῖος
См. также в других словарях:
εκατήσιος — ἑκατήσιος, ία, ιον (Α) 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην Εκάτη 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ Ἑκατήσιον (και Ἑκάταιον ή Ἑκάτειον) ιερό άγαλμα τής Εκάτης … Dictionary of Greek