-
1 ἑξῆς
ἑξῆς (ἔχω), = ἑξείης, der Reihe nach, in einer Reihe hinter oder neben einander, Od. 4, 449; nach Hom. auch von der Zeit, darauf, Aesch. frg. 271; διδοὺς πρόςρησιν ἑξῆς πᾶσιν Eur. I. A. 341; vgl. δειλοὶ ἑξῆς πάντες εἰσίν Philem. Stob. fl. 2, 27; διεξελϑεῖν, λέγειν, Plat. Polit. 257 b 286 c; εἶναι, γίγνεσϑαι, folgen, Legg. oft; ὁ ἑξῆς λόγος Tim. 20 b; τινί, ὅτι τούτοις ἑξῆς ἐστι, was sich zunächst daran reiht, Crat. 420 d (vgl. Ar. Lys. 633); τὸ ἑξῆς ἔργον τοῖς Μαραϑῶνι Menex. 241 a; τὰ τούτων ἑξῆς Rep. III, 390 a; ἑξῆς τοῦ Πλούτωνος ϑρόνον λαμβάνειν, dem Pluto zunächst seinen Sitz einnehmen, Ar. Ran. 764; Eur. I. T. 627; Arist. mund. 3; Sp. ἑξῆς τούτου, demnächst, Pol. 4, 35; – τὸ ἑξῆς, die grammatische Aufeinanderfolge der Wörter, τὰ ἑξῆς = und so fort, Gramm.
-
2 ἑξῆς
Grammatical information: adv.Meaning: `in a row, one after the other' (Od., Att.);Origin: GR [a formation built with Greek elements]Etymology: The adverbial genetive ἑξῆς prob. from a noun from ἔχεσθαι `connect, follow', but details are uncertain. Schulze Q. 293 sees in ἑξῆς and ἑξαν forms of a noun *ἕξᾰ with the same inflexion as μίᾰ, μιᾶς, μίᾰν; Bechtel Lex. s. v. starts from an adjective *ἑξός. Solmsens, Wortforsh.. 240 n. 1, supposes that ἑξῆς was contracted from earlier ἑξείης (metrical lengthening for *ἑξέης?); but this does not explain Dor. ἑξαν. - ἑξε(ί)ης from an adjective *ἑξε(ι)ος (cf. ἑξεῖα τα ἑξῆς H.); from ἕξις?. - The synonymous ἐπεχές (Arg.), ἐπεχεῖ (Delph.), ποτεχεῖ (Herakl.) from ἐπ-, ποτ-έχεσθαι. See Schwyzer 549.Page in Frisk: 1,529Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > ἑξῆς
-
3 ἑξῆς
ἑξῆς, der Reihe nach, in einer Reihe hinter oder neben einander; von der Zeit: darauf; τινί, ὅτι τούτοις ἑξῆς ἐστι, was sich zunächst daran reiht; ἑξῆς τοῦ Πλούτωνος ϑρόνον λαμβάνειν, dem Pluto zunächst seinen Sitz einnehmen; τὸ ἑξῆς, die grammatische Aufeinanderfolge der Wörter -
4 εξής
ἔξεστιit is allowed: imperf ind act 3rd sg (doric)——————ἑξῆςone after another: indeclform (adverb)ἔχωcheck: fut ind act 2nd sg (doric) -
5 ἑξῆς
ἑξῆς, [dialect] Ep. [full] ἑξείης, Adv., [dialect] Dor. [full] ἑξαν (accent unknown), IG12(1).155.108 (Rhodes, ii B.C.), SIG1023.80 (Cos, iii/ii B.C.), al.:—A one after another, in order, in a row,ἑξῆς εὐνάζοντο Od.4.449
; ἑξῆς δ' ἑζόμενοι ib. 580 (elsewh. Hom. uses the form ἑξείης, Il.6.241, Od.4.408);πάντας ἑ... κτείνοντες Th.7.29
, cf. E.Fr.657.2; τὰ ἑ. v.l. in Arist. Cael. 310b12.b Math., ἑ. ἀνάλογον in continued proportion, Euc. 8.1, al.; οἳ ἑ. ἀριθμοί successive numbers, Archim.Spir.Praef.; γραμμαὶ ἑ. κείμεναι placed in order, ib.11; τούτου ἑ. γινομένου if this be done continually, Id.Sph.Cyl.1.11.2 ἑ. διεξελθεῖν, λέγειν, in a regular, consequential manner, Pl.Plt. 257b, 286c;τοῦ ἑ. ἕνεκα περαίνεσθαι τὸν λόγον Id.Grg. 454c
; ὁ ἑ. λόγος the following argument, Id.Ti. 20b;ἐν ἅπασι τούτοις ἑ. Longin.9.14
, cf. 4.4.3 Gramm., τὸ ἑ. grammatical sequence, opp. ὑπερβατόν, A.D.Pron.41.3,al.; καὶ τὰ ἑ., Lat. et cetera, PTeb. 319.34 (iii A. D.), etc.4 of Time, thereafter, next, A.Fr. 475, Ar.Ec. 638;τὸν ἑ. χρόνον Pl.Plt. 271b
;ἡ ἑ. ἡμέρα Ev.Luc. 9.37
; ἐν τῷ (v.l. τῇ) ἑ. next day, ib.7.11; εἰς τὸ ἑ. for the future, POxy.474.28 (ii A.D.), etc.II c.gen., next to, ;τὰ τούτων ἑ. Pl.R. 390a
;τούτων ἑ.
next after..,D.
18.102; of logical connexion, Pl.Phlb. 42c: c. dat., next to,Λάχητι.. τὴν ἑ. θύραν Ephipp.16
;τούτοις ἑ.
next in order to,Pl.
Cra. 399d, al.;τὸ ἑ. τῇ γεωμετριᾳ
what comes next to..,Id.
R. 528a;τὸ ἑ. ἔργον τοῖς Μαραθῶνι
next after,Id.
Mx. 241a;ἑ. Ἀριστογείτονι
besideA.
, Ar.Lys. 633;παρὰ τὸ ἑ. τῷ νοερῷ ζῴῳ
that which befits..,M.Ant.
4.5; ἐπεχορήγησα αὐτῇ τὰ ἑ. made suitable provision for her, POxy.282.7 (i A.D.). -
6 ἑξῆς
ἑξῆς adv. (Hom.+) next in a series, in the next place (Dionys. Hal. 1, 71, 2; Philo, Op. M. 131 al.; Just., D. 42, 2 al. in quot. and certain lines of argument) Dg 3:1. Of time, so always in NT—τῇ ἑ. ἡμέρᾳ (SIG 1170, 24; SIG2 680, 4; Jos., Ant. 4, 302) on the next day Lk 9:37. Freq. the noun must be supplied τῇ ἑξῆς (EpArist 262; Jos., Bell. 2, 430; POxy 1063, 6) Ac 21:1; 25:17; 27:18. W. ἐν τῷ ἑξῆς Lk 7:11 χρόνῳ is to be supplied (soon) afterward.—DELG. M-M. -
7 εξης
Iэп. тж. ἑξείης adv.1) в ряд, рядом, друг подле друга(ἑζόμενοι Hom.)
2) по порядку, по очереди, последовательно(πρόσρησιν διδόναι πᾶσιν Eur.; λέγειν Plat., Arst.)
τοῦ ἑ. ἕνεκα πειραίνεσθαι τοῦ λόγου Plat. — в интересах последовательного завершения беседы;τὰ ἑ. Arst. — последовательный ряд3) после, впоследствииτὸν ἑ. χρόνον Plat. — вслед за этим;
ἐν τῇ ἑ. (ἡμέρᾳ) или τῇ ἑ. NT. — на следующий день;τὰ ἑ. πράγματα Polyb. — последующие событияII1) возле, подле, рядом с(τινι ἀγοράζειν Arph.; ἑ. τούτων ἐγκάρσιον τὸ Σικελικόν Arst.)
τὸ ἑ. ἔργον τῷ Μαραθῶνι Plat. — подвиг, который следует поставить рядом с Марафонским сражением2) после, вслед за(ἑ. τούτων Plat., Arst.)
-
8 έξης
-
9 ἕξης
-
10 ἑξῆς
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > ἑξῆς
-
11 εξής
1. επίρρ.:ως εξής — следующим образом;
τό ζήτημα έχει ως εξής — дело обстоит следующим образом, так;
καί οΰτω καθ' εξής — или καί τα εξής — и так далее;
2. (ο, η, τό) άκλ.:τα εξής — следующее;
οι εξής — следующие;
εις το εξής — в дальнейшем, в будущем, впредь;
από τώρα και εις το εξής — отныне и впредь, с этого времени;
3. επίθ. άκλ. следующий; такой;προτείνω την εξής λύση — предлагать следующее (такое) решение;
έχω την εξής γνώμη — иметь следующее мнение
-
12 ἐξῆς
Βλ. λ. εξής -
13 ἑξῆς
Βλ. λ. εξής -
14 ἑξῆς
{нареч., 5}по порядку, последовательно, после, впоследствии, вслед за; с 2250 ( ἡμέρα) обозн. на следующий или другой день.Ссылки: Лк. 7:11; 9:37; Деян. 21:1; 25:17; 27:18.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > ἑξῆς
-
15 εξής
{нареч., 5}по порядку, последовательно, после, впоследствии, вслед за; с 2250 ( ἡμέρα) обозн. на следующий или другой день.Ссылки: Лк. 7:11; 9:37; Деян. 21:1; 25:17; 27:18.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > εξής
-
16 ἑξῆς
по порядку, последовательно, после, впоследствии, вслед за; с (ἡμέρα) перев.: на следующий или другой день.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > ἑξῆς
-
17 εξής
[эксис] εκίρ. впредьΛεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > εξής
-
18 ἑξῆς
+ D3-1-0-0-2=6 Ex 10,1; Dt 2,34; 3,6; JgsA 20,48; 2 Mc 7,8one after another, in order, in a row Dt 2,34; next, thereafter 2 Mc 7,8; suitable, what is in keeping with, what befits 3 Mc 1,9 -
19 εξής
[эксис] επίρ впредь. -
20 εξής
suivant
См. также в других словарях:
ἑξῆς — one after another indeclform (adverb) ἔχω check fut ind act 2nd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εξής — (AM ἑξῆς, Α επικ. τ. ἑξείης, δωρ. τ. ἑξᾱν) 1. με τη σειρά, στη συνέχεια («ἑξῆς εὐνάζοντο παρὰ ῥηγμῑνι θαλάσσης», Ομ. Οδ.) 2. (με άρθρο) ὁ, ἡ, τὸ ἑξῆς ο επόμενος («έκανα την εξής σκέψη») 3. φρ. «στο (εις το) εξής» στο μέλλον νεοελλ. φρ. «ούτω καθ… … Dictionary of Greek
εξής — επίρρ. τροπ. 1. στη σειρά, στη συνέχεια, εφεξής, ακόλουθα. 2. με το άρθρο ως επίθ., ο, η, το, οι, τα εξής ο επόμενος, ο ακόλουθος, ο έπειτα, ο κατοπινός: Είχε το εξής σχέδιο. 3. φρ., «ως εξής», με τον επόμενο τρόπο: Θα ενεργήσουμε ως εξής. 4. φρ … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ἐξῆς — ἔξεστι it is allowed imperf ind act 3rd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἕξης — ἕξις having fem nom/voc pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
απειροστικός λογισμός — Ένας από τους πιο βασικούς και δημιουργικούς κλάδους των μαθηματικών. Η προσφορά του στον ανθρώπινο πολιτισμό, ανεξάρτητα από τη γοητευτική ομορφιά των εννοιών και των μεθόδων του που αφορά τους επαΐοντες, είναι τεράστια. Γενικά, η οφειλή της… … Dictionary of Greek
Τυπάλδος — Επώνυμο ευγενούς οικογένειας της Κεφαλονιάς, που καταγόταν από τη Ρώμη και εγκαταστάθηκε στο νησί τον 8o αι. Από τον 15o αι. πολλά μέλη της οικογένειας αυτής, που διαιρέθηκε σε πολυάριθμους κλάδους, άρχισαν να καταλαμβάνουν ανώτατα δημόσια… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
ολοκλήρωμα — Έστω f μια πραγματική συνάρτηση της πραγματικής μεταβλητής x, ορισμένη σε ένα κλειστό διάστημα, έστω I, με άκρα του α, β (α < β). Υποθέτουμε ότι η συνάρτηση f είναι φραγμένη, δηλαδή ότι υπάρχει κάποιος k ≥ 0, έτσι ώστε να ισχύει f(x ≤ 0), για… … Dictionary of Greek
πιθανότητα — Η θεωρία των πιθανοτήτων είναι ένας αρκετά νέος, σχετικά, κλάδος των μαθηματικών, του οποίου η συμβολή και η σημασία του για τις φυσικές και κοινωνικές επιστήμες, τη βιολογία, τη βλητική, καθώς και για την αντιμετώπιση προβλημάτων στη βιομηχανία… … Dictionary of Greek
ισοδυναμία ή ισότητα — Όρος της Λογικής, σύμφωνα με τον οποίο αν Α και Β αποτελούν δύο λογικές προτάσεις και συμβαίνει από την Α να συνάγεται η Β και από τη Β να συνάγεται η Α, τότε θεωρείται ότι η πρόταση Α είναι ισοδύναμη με τη Β και γράφεται συμβολικά: Α ⇔ Β. Δηλαδή … Dictionary of Greek