-
1 τακροατήρια
-
2 τἀκροατήρια
См. также в других словарях:
τἀκροατήρια — ἀκροᾱτήρια , ἀκροατήριον place of audience neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 τακροατήρια
2 τἀκροατήρια
τἀκροατήρια — ἀκροᾱτήρια , ἀκροατήριον place of audience neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)