Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

τρῠγερός

См. также в других словарях:

  • τρυγερός — ά, όν, Α (κατά τον Ησύχ.) αυτός που ως προς την υφή του μοιάζει με το κατακάθι τού κρασιού ή αυτός που είναι γεμάτος από τρυγία. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρύξ, τρυγός + επίθημα ερός (πρβλ. τρυφ ερός)] …   Dictionary of Greek

  • τρυγερά — τρυγερός full of lees neut nom/voc/acc pl τρυγερά̱ , τρυγερός full of lees fem nom/voc/acc dual τρυγερά̱ , τρυγερός full of lees fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τρυγερούς — τρυγερός full of lees masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»