Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

τρι-τάλαντος

См. также в других словарях:

  • πεντεκαιδεκατάλαντος — ον, Α αυτός που έχει αξία δεκαπέντε ταλάντων. [ΕΤΥΜΟΛ. < πεντεκαίδεκα «δεκαπέντε» + τάλαντον (πρβλ. τρι τάλαντος)] …   Dictionary of Greek

  • τριτάλαντος — ον, Α 1. αυτός που έχει βάρος τριών ταλάντων, που ζυγίζει τρία τάλαντα 2. αυτός που αξίζει τρία τάλαντα 3. το ουδ. ως ουσ. τὸ τριτάλαντον χρηματικό ποσό τριών ταλάντων. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + τάλαντον (πρβλ. δεκα τάλαντος)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»