-
1 Τριταίη
Τριταίευςmasc nom /voc /acc dualΤριταίευςmasc acc sg——————Τρίταιαfem dat sg (epic ionic)Τριταίηι, Τριταίευςmasc dat sg (epic ionic) -
2 Τριταίῃ
Βλ. λ. Τριταίη -
3 τριταίη
τριτάωwhen three days old: pres opt act 3rd sgτριταί̱η, τριταῖοςon the third day: fem nom /voc sg (epic ionic)——————τριταί̱ῃ, τριταῖοςon the third day: fem dat sg (epic ionic) -
4 τριταίῃ
Βλ. λ. τριταίη
См. также в других словарях:
Τριταίη — Τριταίευς masc nom/voc/acc dual Τριταίευς masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριταίη — τριτάω when three days old pres opt act 3rd sg τριταί̱η , τριταῖος on the third day fem nom/voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τριταίῃ — Τρίταια fem dat sg (epic ionic) Τριταίηι , Τριταίευς masc dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριταίῃ — τριταί̱ῃ , τριταῖος on the third day fem dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τριταίος — α, ο / τριταῑος, αία ον, ΝΜΑ, θηλ. και αίη, Α φρ. «τριταίος πυρετός» ή απλώς «ο τριταίος» πυρετός που επανέρχεται κάθε τρίτη μέρα, με μεσοδιάστημα απυρεξίας 24 ωρών, χαρακτηριστικός για την ελονοσία αρχ. 1. αυτός που γίνεται, διεξάγεται ή… … Dictionary of Greek