-
21 карандаш
το μολύβιцветной - έγχρωμο -, η ξυλομπογιάчертёжный - του σχεδίου/σχεδιάσματοςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > карандаш
-
22 клеймо
το σήμα, το στίγμα, η στάμπα.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > клеймо
-
23 линейка
ο κανών, ο κανόνας, ο πήχης(черта) η ρίγα (ξεν.)разметочная - σήμανση ς/σημα-δέματοςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > линейка
-
24 марка
το σήμα, το έμβλημα, η μάρκα, το ένσημοгрузовая мор. - η γραμμή φόρτωσης (του πλοίου)Русско-греческий словарь научных и технических терминов > марка
-
25 менять
Русско-греческий словарь научных и технических терминов > менять
-
26 метчик
1. (инструмент для нарезания внутренней винтовой резьбы) η ελικοτομή, разг. το κολαούζο 2. (тот, кто метит, ставит знаки на чём-л.) о σημαδευτής 3. (инструмент, которым делают метки, знаки) το σημαδευτήρι, ο σημα-δευτήρας.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > метчик
-
27 оповещать
Русско-греческий словарь научных и технических терминов > оповещать
-
28 отличие
1. (разница, различие) η διαφορά 2. (знак) η διάκριση (το σήμα).Русско-греческий словарь научных и технических терминов > отличие
-
29 отметка
1. (метка, знак) το σήμα, το σημείο, το σημάδι, (рлк) το στίγμαреперная - το σημείο χωροστάθμισης, το ορόσημο2. (оценка) о βαθμός 3. (действие, оговорка запись) το (υπο)σημείωμα, ο όροςτο άρθροконосамент с - ой «фрахт подлежит уплате грузополучателем» φορτωτική με - «ναύλος πληρωτέος εις τον προορισμόν υπό του παραλήπτου»Русско-греческий словарь научных и технических терминов > отметка
-
30 подавать
δίνω, δίδω, προσδίδω, παρέχω, προσφέρω, τροφοδοτώ- вперёд - προωθώ, προχωρώРусско-греческий словарь научных и технических терминов > подавать
-
31 предупреждение
1. (сигнал, оповещение) η προειδοποίηση, το προειδοποιητικό σήμα 2. (предотвращение) η πρόληψη, η αποτροπή- столкновений - των συγκρούσεων, τα μέτρα αποφυγής των συγκρούσεωνРусско-греческий словарь научных и технических терминов > предупреждение
-
32 радиопозывные
мн. το σήμα κλήσης του ασυρμάτου.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > радиопозывные
-
33 ракета
ο πύραυλ/οςатомная - ατομικός/πυρηνικός -боевая - μάχης, στρατιωτικός -научная - επιστημονικός -, ερευνητικός -неуправляемая - άνευ συστήματος ελέγχου/πλοήγησης, η ρουκέτα (ξεν.)сигнальная - η φωτοβολίδα σήμανσης/σηματοδοσίαςсоставная - см. многоступенчатая -управляемая - με σύστημα ελέγχου/πλοήγησηςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > ракета
-
34 рассогласование
1. (различие в полном сопротивлении между отдельными частями тракта) (рад., элн.) η διαφορά (στην προσαρμοσμένη σύνθετη αντίσταση) 2. (в системах автоматического регулирования) το σφάλμα, ο αποσυντονισμόςсигнал - я σήμα - τος.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > рассогласование
-
35 сигнал
το σήματο σύνθηματο σινιάλο (ξεν.)передавать - εκπέμπω το -, μεταδίδω το -преобразовывать - μετασχηματίζω/μετατρέπω το -аварийный - κινδύνου/αβαρίαςвидимый - ορατό -, οπτικό -входной - εισόδου, εισερχόμενο -выходной - εξόδου, εξερχόμενο -опознавательный - αναγνώρησης, διακριτικό -позывной рад. - το (διεθνές) διακριτικό -цветовой - (тлв.) έγχρωμο -- θύελλαςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > сигнал
-
36 телекс
το τηλέτυπο, разг. το τέλεξ (ξεν.)· *отвечать на - απαντώ στο - /τηλετυ-πικό σήμαРусско-греческий словарь научных и технических терминов > телекс
-
37 товар
το εμπόρευμα, το προϊόντο είδος, το αγαθόдержать - на складе κρατώ/έχω το - στην αποθήκηотправлять - αποστέλλω/στέλνω το -стоимость - а на условиях СИФ τιμή του - τος με όρους C.I.F. (κόστος, ασφάλειαстоимость - а на условиях ФОБ τιμή του - τος με όρους F.O.B. (ελεύθερον επί του πλοίου)аукционный - προς πλειστηριασμό/δημοπρασίαзаграничные - ы εξωτερικά/ξένα - ταимпортные - ы - τα από το εξωτερικό, ξένα - ταпотребительские - ы τα καταναλωτικά είδη/προϊόντα-сельскохозяйственные - ы τα γεωργικά/αγροτικά προϊόνταРусско-греческий словарь научных и технических терминов > товар
-
38 указатель
1. (надпись, стрелка, прибор) о δείκτης, ο ενδείκτης, ο καταδείκτηςдорожный - о οδοδείκτης, το οδικό σήμα-качества рабочей (топливной) смеси ав. - ποιότητας του μείγματος (των καυσίμων) λειτουργίας2. (справочная книга или справочный список в книге) о κατάλογος.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > указатель
-
39 бедствие
бедств||иес ἡ συμφορά, τό δυστύχημα:стихийное \бедствиеие ἡ θεομηνία; социальное \бедствиеие τό κοινωνικό κακό; сигнал \бедствиеия τό σήμα κινδύνου. -
40 бляха
бляхаж ἡ μετάλλινη πλάκα, ἡ λάμα, ἡ κονκάρδα, τό σήμα.
См. также в других словарях:
σῆμα — sign neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σήμα — (Νομ.). Στα νομικά, σ. χαρακτηρίζεται κάθε σημείο χρήσιμο για να ξεχωρίζει την προέλευση των κάθε λογής βιομηχανικών, γεωργικών κλπ. προϊόντων, καθώς και εμπορευμάτων ορισμένης εμπορικής επιχείρησης. Σ. ονομάζεται και αυτό το ίδιο το διακριτικό… … Dictionary of Greek
σήμα — το, ατος 1. συμφωνημένο και καθιερωμένο σημάδι, ηχητικό ή οπτικό, που με αυτό συνεννοούμαστε: Δόθηκε το σήμα για την εκκίνηση των αθλητών. – Πήραν σήμα να επιστρέψουν πίσω. – Σήμα κινδύνου. 2. ειδική παράσταση που χρησιμοποιείται ως σύμβολο μιας… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Κυνός Σήμα — Τοπωνύμιο της αρχαιότητας. 1. Ακρωτήριο της Θρακικής χερσονήσου, στα Ν της Μαδύτου, στο στενό του Ελλησπόντου. Εκεί –σύμφωνα με την παράδοση– είχε ταφεί η Εκάβη, μεταμορφωμένη σε σκύλο. Το ακρωτήριο έγινε ονομαστό από τη νικηφόρα ναυμαχία των… … Dictionary of Greek
σημανάντων — σημᾱνάντων , σημαίνω show by a sign aor part act masc/neut gen pl (epic doric aeolic) σημᾱνάντων , σημαίνω show by a sign aor imperat act 3rd pl (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημάναντα — σημά̱ναντα , σημαίνω show by a sign aor part act neut nom/voc/acc pl (epic doric aeolic) σημά̱ναντα , σημαίνω show by a sign aor part act masc acc sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημάνατε — σημά̱νατε , σημαίνω show by a sign aor imperat act 2nd pl (epic doric aeolic) σημά̱νατε , σημαίνω show by a sign aor ind act 2nd pl (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημάνηι — σημά̱νῃ , σημαίνω show by a sign aor subj mid 2nd sg (epic doric aeolic) σημά̱νῃ , σημαίνω show by a sign aor subj act 3rd sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημάνω — σημά̱νω , σημαίνω show by a sign aor subj act 1st sg (epic doric aeolic) σημά̱νω , σημαίνω show by a sign aor ind mid 2nd sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημάνῃ — σημά̱νῃ , σημαίνω show by a sign aor subj mid 2nd sg (epic doric aeolic) σημά̱νῃ , σημαίνω show by a sign aor subj act 3rd sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σῆμ' — σῆμα , σῆμα sign neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)