-
1 стакан
1. (для питья) το ποτήρι 2. (лабораторный) το ποτήρι/σωληνάριο του εργαστηρίου 3. (деталь машины или механизма) η υποδοχή του σωλήναпереборочный - η υποδοχή/το πέρασμα του σωλήναРусско-греческий словарь научных и технических терминов > стакан
-
2 станковый
επ.1. της εργατομηχανής.2. της βάσης, του στηρίγματος• του κιλλίβαντα.3. του εργαστηρίου καλλιτέχνη. -
3 колба
1. хим. о κλασματήρας 2. (лампы накаливания или электронной лампы) το κέλυφοςРусско-греческий словарь научных и технических терминов > колба
-
4 весы
1. (прибор для определения веса) о ζυγόςη ζυγαριά2. астр. о Ζυγός (αστερισμός)Русско-греческий словарь научных и технических терминов > весы
-
5 реторта
1. хим. το αποστακτικό κέραςτο κυρτό αγγείο του εργαστηρίου2. тех. το πυρίμαχο (βιομηχανικό) αποστακτικό κέ-ρας/δοχείο.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > реторта
-
6 лабораторииный
лаборатории||ныйприл τοῦ ἐργαστηρίου,
См. также в других словарях:
Αμάσιος, ζωγράφος του- — (6ος αι. π.Χ.). Συμβατικό όνομα με το οποίο εννοείται σπουδαίος αγγειογράφος. Είναι άγνωστο πού και πότε γεννήθηκε, έζησε πάντως στην Αττική και ζωγράφιζε αγγεία που κατασκευάζονταν στο εργαστήριο του αγγειοπλάστη Αμάσιος. Ζωγράφισε αμφορείς… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Θήβας — Το Μουσείο της Θήβας (Θρεψιάδου 1, πλατεία Κεραμοπούλου) στεγάζει μια αντιπροσωπευτική συλλογή ευρημάτων του νομού Βοιωτίας, που καλύπτουν χρονικά όλη την περίοδο της πλούσιας προϊστορίας και ιστορίας αυτού του σημαντικού για την ιστορία της… … Dictionary of Greek
Ιγκλ, Χάρι — (Harry Eagle, Βαλτιμόρη 1906 – 2002). Αμερικανός βιολόγος και γιατρός. Το 1923 αποφοίτησε από τη σχολή βιολογίας του πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς. Το 1927 έλαβε από το ίδιο πανεπιστήμιο το πτυχίο της ιατρικής σε ηλικία μόλις 21 ετών. Παρέμεινε… … Dictionary of Greek
Ολυμπία — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… … Dictionary of Greek
Ολύμπια — Αρχαίο θρησκευτικό κέντρο στη βορειοδυτική Πελοπόννησο, όπου υπήρχε περίφημο ιερό του Δία και όπου γεννήθηκαν και διεξάγονταν έως το 393 μ.Χ. οι Ολυμπιακοί αγώνες. Επί χίλια και πλέον χρόνια η Ο. υπήρξε κάτι πολύ περισσότερο από ένα ιερό: υπήρξε… … Dictionary of Greek
ανάλυση — Η διάλυση μιας σύνθετης ουσίας στα συστατικά της· το λιώσιμο μιας ουσίας· η διαίρεση του λόγουσε στοιχεία και η εύρεση της μεταξύ τους σχέσης· λεπτομερειακή έκθεση των στοιχείων μιας θεωρίας ή ενός φιλοσοφικού συστήματος· η μελέτη των στοιχείων… … Dictionary of Greek
Λεμπέσης, Πολυχρόνης — (Σαλαμίνα 1848 – Αθήνα 1913). Ζωγράφος. Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών και συμπλήρωσε την εκπαίδευσή του στην Ακαδημία του Μονάχου. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα έζησε και εργάστηκε κυρίως στη Σαλαμίνα και στον Πειραιά. Παρά την καλλιτεχνική αξία… … Dictionary of Greek
Λόρενς, Έρνεστ — (Ernest Lawrence, Κάντον, Νότια Ντακότα 1901 – 1958). Αμερικανός φυσικός και πανεπιστημιακός. Το 1922 αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Νότιας Ντακότα με πτυχίο χημικού, ενώ τον επόμενο χρόνο έλαβε μεταπτυχιακό τίτλο από το πανεπιστήμιο της… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Βυζαντινό Καστοριάς — Το Βυζαντινό Μουσείο Καστοριάς εγκαινιάστηκε τον Μάιο του 1989 και βρίσκεται στην κορυφή του λόφου της βυζαντινής ακρόπολης της πόλης, στην πλατεία Δεξαμενής. Από τους πολυάριθμους ναούς που σώζονται στην πόλη, στο μουσείο εκτίθεται ένα… … Dictionary of Greek
Σίμποργκ, Γκλεν Θήοντορ — (Seaborg). Αμερικανός χημικός (Ισπέμινγκ, Μίσιγκαν 1912). Διπλωματούχος το 1936 του πανεπιστήμιου της Καλιφόρνιας, ασχολήθηκε με τη μελέτη των βαρέων στοιχείων, των σωματίων που αποτελούν το άτομο, και με τις αντιδράσεις που συμβαίνουν στις… … Dictionary of Greek
Καρούμπαλος, Κωνσταντίνος — (Πάτρα 1928 –). Ηλεκτρονικός φυσικός και πανεπιστημιακός. Σπούδασε στο τμήμα φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μετεκπαιδεύτηκε στην ηλεκτρονική στο πανεπιστήμιο του Παρισιού, του οποίου αναγορεύθηκε διδάκτορας (1964) και στο τμήμα διαστημικής… … Dictionary of Greek