Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τοκετός

См. также в других словарях:

  • τοκετός — childbirth masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοκετός — Εξώθηση ή εξαγωγή του εμβρύου από τον μητρικό οργανισμό· ακριβέστερα ο όρος τ. σημαίνει την εξώθηση ή την εξαγωγή του εμβρύου μόνο, ενώ η έξοδος του πλακούντα και των μεμβρανών του εμβρύου ονομάζεται υστεροτοκία. Ο τ. ονομάζεται απλός όταν… …   Dictionary of Greek

  • τοκετός — ο γέννα, γέννηση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τοκετοῖο — τοκετός childbirth masc gen sg (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοκετοῖς — τοκετός childbirth masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοκετοί — τοκετός childbirth masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοκετοῦ — τοκετός childbirth masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοκετούς — τοκετός childbirth masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοκετέ — τοκετός childbirth masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοκετῶν — τοκετός childbirth masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοκετῷ — τοκετός childbirth masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»