-
1 τοιχωρυχήσαι
-
2 τοιχωρυχῆσαι
См. также в других словарях:
τοιχωρυχῆσαι — τοιχωρυχέω dig through a wall like a thief aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 τοιχωρυχήσαι
2 τοιχωρυχῆσαι
τοιχωρυχῆσαι — τοιχωρυχέω dig through a wall like a thief aor inf act … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)