-
1 τετραχους
-
2 τετράχουν
τετράχουςholding four: masc /fem acc sgτετράχουςholding four: neut nom /voc /acc sg -
3 τετρά-χοος
-
4 τετραχοος
-
5 τετραχόοισι
τετράχοοςholding four: masc /fem /neut dat pl (epic ionic aeolic)τετράχουςholding four: masc /fem /neut dat pl (epic ionic aeolic)
См. также в других словарях:
τετράχους — ουν και οος, οον, ΜΑ αυτός που περιλαμβάνει τέσσερεις χόες μσν. (το αρσ. ή το ουδ. ως ουσ.) ὁ τετράχους ή τὸ τετράχουν ποσότητα τεσσάρων χοών. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + χοῦς / χοος (< χόος / χοῦς «μέτρο υγρών»), πρβλ. πεντά χους] … Dictionary of Greek
τετράχουν — τετράχους holding four masc/fem acc sg τετράχους holding four neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τετραχοϊαίος — αία, ον, Α τετράχους*. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετράχους / χοος + κατάλ. ιαῖος*] … Dictionary of Greek
τετρ(α)- — ΝΜΑ, και βοιωτ. τ. πετρα και θεσσαλ. τ. πετρο , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο αριθμητικό τέσσερεις (για τη μορφή βλ. λ. τέσσερεις) και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι,… … Dictionary of Greek
τετραχόοισι — τετράχοος holding four masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) τετράχους holding four masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)