-
1 τετραπτολις
(acc. ιν) adj. населяющий четырехградье (т.е. атт. города Οἰνόη, Μαραθών, Προβάλινθος и Τρικόρυθος)(τ. λαός Eur.)
-
2 τετράπτολις
τετρά-πτολις, poet. for τετράπολις (q.v.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τετράπτολις
-
3 τετραπολις
- εως (ᾰ) ἥ союз четырех городов, четырехградье Thuc., Arst., Plut. (см. τετράπτολις См. τετραπτολις) -
4 τετράπολις
τετρά-πολις [ᾰ], εως (and in Androt.35 ιδος), ἡ, rarely ὁ, poet. [full] τετράπτολις E.Heracl.80 (lyr.):—A of or with four cities, τ. λαός, of the northern part of Attica, E. l.c., cf. Ar.Lys. 285 (lyr.): ἡ τ. this part of Attica, the four cities being Oenoe, Marathon, Probalinthos, Tricorythos, Arist.Fr. 491, Plu.Thes.14.2 in Doris, Str.9.4.10.3 in Syria, Id.16.2.4.4 in Cephallenia, Th. 2.30.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τετράπολις
См. также в других словарях:
τετράπτολις — όλεως, ἡ, Α (ποιητ. τ.) βλ. τετράπολις … Dictionary of Greek
τετράπολις — Σύνδεσμος, στην αρχαιότητα, 4 πόλεων ή δήμων, πολιτικός ή θρησκευτικός. Οι σπουδαιότεροι ήταν: 1. Τ. η Αττική. Την Τ. αποτελούσαν οι δήμοι Μαραθώνα, Οινόης, Προβαλίνθου και Τρικορύθου. Τους ένωνε η κοινή λατρεία σε ναό του Ηρακλή. 2. Τ. η Δωρική … Dictionary of Greek