-
1 τεσσαράκοντα
τεσσᾰράκοντα [pron. full] [ρᾰ], [dialect] Att. [full] τεττᾰράκοντα IG22.334.23; [dialect] Ion. [full] τεσσεράκοντα (q.v.); Sicilian Ionic [full] tetra/ϟonta Supp.Epigr.4.64 (vi B.C.); [dialect] Dor. [full] τετρώκοντα Tab.Heracl.1.20, al., SIG241.67 (Delph., iv B.C.), IG5(2).357.16 (Stymphalus, iii B.C.), 9(1).880.15 (Corc.), cf. τετρωκοντάλιτρος andA v. τεσσαρακοστός; once [dialect] Dor. [full] τεταράκοντα IG4.823.63 ([place name] Troezen); [dialect] Boeot. [full] πετταράκοντα (q.v.): οἱ, αἱ, τά, indecl.:— forty, Il.2.524, etc.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τεσσαράκοντα
См. также в других словарях:
τεσσαράκοντα — οι, τα / τεσσαράκοντα, οἱ, αἱ, τὰ, ΝΜΑ, και αττ. τ. τετταράκοντα και ιων. τ. τεσσεράκοντα και σικελιωτ. ιων. τετράοοντα και δωρ. τ. τετρώκοντα και τεταράκοντα και βοιωτ. τ. πετταράκοντα Α άκλ. (απόλ. αριθμ.) 1. σαράντα 2. παροιμ. φρ. «παρά μίαν… … Dictionary of Greek