-
1 τερενό-χροος
τερενό-χροος, zsgz. τερενόχρους, = Folgdm, τερενόχροϊ νάρκῃ Opp. Hal. 2, 56.
-
2 τερενόχρως
τερενό-χρως, ωτος, ὁ, ἡ, u. τερενό-χροος, mit zarter Haut
1 τερενό-χροος
τερενό-χροος, zsgz. τερενόχρους, = Folgdm, τερενόχροϊ νάρκῃ Opp. Hal. 2, 56.
2 τερενόχρως