Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

τελετῆς

  • 1 церемония

    θ.
    1. εθιμοτυπία, εθιμοταξία, εθιμοτυπικοί κανόνες τελετής• τελετή•

    церемония приветствия εθιμοτυπία χαιρετισμού•

    церемония бракосочетания εθιμοτυπία γαμήλιας τελετής•

    погребальная церемония εθιμοτυπία κηδείας.

    || το τυπικό, το συνηθισμένο.
    2. φιλοφρόνηση, τσιριμόνια•

    оставь свойцеремонияи άφησε τις φιλοφρονήσεις σου.

    Большой русско-греческий словарь > церемония

  • 2 одежда

    одежда
    ж τά ροῦχα, ὁ ρουχισμός, ἡ ἐνδυμασία:
    форменная \одежда ἡ στολή· парадная \одежда ἡ μεγάλη στολή, ἡ στολή τελετής· верхняя \одежда τό ἐπανωφόρι[ον], τό παλτό.

    Русско-новогреческий словарь > одежда

  • 3 актовый

    επ.
    ο της πράξης, του πρακτικού. || ο της συγκέντρωσης, της τελετής•

    актовый зал βλ. зал.

    Большой русско-греческий словарь > актовый

  • 4 маршал

    α.
    1. στρατάρχης.
    2. παλ. διατάκτης τελετής.

    Большой русско-греческий словарь > маршал

  • 5 чин

    -а, πλθ.α.
    1. παλ. • εθυμοτυπία τελετής.
    2. βαθμός στρατιωτικός ή υπηρεσιακός• το οφίκιο•

    полковничий чин ο βαθμός του συνταγματάρχη.

    3. υπηρεσιακή ή επαγγελματική ιδιότητα. || αντιπρόσωπος ή υπάλληλος υπηρεσιακού τμήματος ή οργάνωσης•

    -ы судебного ведомства οι δικαστικοί υπάλληλοι.

    || ονομασία, προσονομασία, προσωνυμία.
    εκφρ.
    классные -ы – ονομασίες εισαγγελικών και ανακριτικών νομικών στην ΕΣΣΔ•
    без -ов – χωρίς διατυπώσεις•
    в -ах быть – είμαι βαθμούχος•
    по -у – κατά το βαθμό•
    чин чином ή чин по -у – έτσι όπως πρέπει•
    чин чина почитаетπαλ. ο κατώτερος τιμά τον ανώτερο•
    чин держать ή правитьπαλ. τηρώ τα έθιμα, εθυμοτυπίες•
    иметь ή получить два, три -а – (απλ.) ανεβαίνω τα σκαλιά της ιεραρχίας.

    Большой русско-греческий словарь > чин

См. также в других словарях:

  • τελετής — ὁ, Α [τελετή] τελεστής …   Dictionary of Greek

  • Τελετῆς — Τελετή rite fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τελετῆς — τελετή rite fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τελετῆ — τελετής masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… …   Dictionary of Greek

  • ЕВХАРИСТИЯ. ЧАСТЬ I — [греч. Εὐχαριστία], главное таинство христ. Церкви, состоящее в преложении (μεταβολή изменение, превращение) приготовленных Даров (хлеба и разбавленного водой вина) в Тело и Кровь Христовы и причащении (κοινωνία приобщение; μετάληψις принятие)… …   Православная энциклопедия

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Ισημερινός ή Εκουαδόρ — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Ισημερινού Έκταση: 283.560 τ. χλμ. Πληθυσμός: 13.447.494 (2002) Πρωτεύουσα: Κίτο (1.399.814 κάτ. το 2002)Κράτος της Νότιας Αμερικής, στην οροσειρά των Άνδεων. Συνορεύει στα Β με την Κολομβία και στα Α και Ν με το… …   Dictionary of Greek

  • Κορέα, Νότια — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κορέας Έκταση: 98.480 τ. χλμ. Πληθυσμός: 48.324.000 (2002) Πρωτεύουσα: Σεούλ (9.853.972 κάτ. το 2000)Κράτος της ανατολικής Ασίας, το οποίο καταλαμβάνει το νότιο τμήμα της Κορεατικής χερσονήσου. Συνορεύει με τη… …   Dictionary of Greek

  • Μογγολία — Κράτος της κεντρικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Ρωσία και στα Α, στα Ν και στα Δ με την Κίνα.Tα εδαφικά όρια της Μ., εξαιτίας των χαρακτηριστικών της περιοχής στην οποία εκτείνεται η χώρα, δεν καθορίζονται από φυσικά στοιχεία, εκτός από το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»