-
1 τεκνοκτονέω
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τεκνοκτονέω
-
2 τεκνοκτονία
τεκνοκτον-ία, ἡ,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τεκνοκτονία
-
3 τεκνοκτόνος
τεκνοκτόν-ος (parox.), ον,Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τεκνοκτόνος
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Английский