Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

σωσί-κοσμος

См. также в других словарях:

  • φερέκοσμος — ον, Α διακοσμητικός. [ΕΤΥΜΟΛ. < φέρω (για τη μορφή τού α συνθετικού βλ. λ. φέρω) + κόσμος (πρβλ. σωσί κοσμος, φιλό κοσμος)] …   Dictionary of Greek

  • ρυσίκοσμος — ον, Μ εκκλ. αυτός που φυλάγει, προστατεύει ή σώζει τον κόσμο. [ΕΤΥΜΟΛ. Σύνθ. τού τύπου τερψίμβροτος < θ. ῥυσι τού ἐρύω (ΙΙ) «προστατεύω» (πρβλ. ῥῦσις) + κόσμος (πρβλ. σωσί κοσμος)] …   Dictionary of Greek

  • φωτόκοσμος — ον, Μ αυτός που φωτίζει τον κόσμο. [ΕΤΥΜΟΛ. < φωτ(ο) * + κόσμος (πρβλ. σωσί κοσμος)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»