Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

συστρατεία

См. также в других словарях:

  • συστρατεία — συστρατείᾱ , συστρατεία common campaign fem nom/voc/acc dual συστρατείᾱ , συστρατεία common campaign fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συστρατείᾳ — συστρατείᾱͅ , συστρατεία common campaign fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συστρατεία — ἡ, Α [συστρατεύω] 1. κοινή εκστρατεία 2. συμμαχία …   Dictionary of Greek

  • συστρατείας — συστρατείᾱς , συστρατεία common campaign fem acc pl συστρατείᾱς , συστρατεία common campaign fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συστρατείαι — συστρατείᾱͅ , συστρατεία common campaign fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συστρατείαν — συστρατείᾱν , συστρατεία common campaign fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»