Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

συν-ήδομαι

См. также в других словарях:

  • συνήδομαι — ΜA ευχαριστούμαι, τέρπομαι ομοίως ή εξίσου με άλλον αρχ. 1. (με δοτ. προσ.) χαίρομαι μαζί ή ταυτόχρονα με κάποιον άλλο λόγω τής συμπάθειας που νιώθω γι αυτόν 2. (με δοτ. πράγματος ή εμπρόθ. προσδ.) χαίρομαι για κάτι (α. «συνήδομαι τῷ νόμῳ τοῡ… …   Dictionary of Greek

  • συμπερασθεισῶν — συμπερᾱσθεισῶν , σύν , περί ἥδομαι swad aor part pass fem gen pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμπερασθεῖσα — συμπερᾱσθεῖσα , σύν , περί ἥδομαι swad aor part pass fem nom/voc sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμπερασθῆναι — συμπερᾱσθῆναι , σύν , περί ἥδομαι swad aor inf pass (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμπερασθέντων — συμπερᾱσθέντων , σύν , περί ἥδομαι swad aor part pass masc/neut gen pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμπερασθήσεται — συμπερᾱσθήσεται , σύν , περί ἥδομαι swad fut ind pass 3rd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»