Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

συν-άρχω

См. также в других словарях:

  • συνάναρχε — σύν , ἀνά ἄρχω to be first pres imperat act 2nd sg σύν , ἀνά ἄρχω to be first imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνάναρχον — σύν , ἀνά ἄρχω to be first imperf ind act 3rd pl (homeric ionic) σύν , ἀνά ἄρχω to be first imperf ind act 1st sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανάρχοις — σύν , ἀνά ἄρχω to be first pres opt act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνανάρχου — συνανά̱ρχου , σύν , ἀνά ἄρχω to be first imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric aeolic) σύν , ἀνά ἄρχω to be first pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric) σύν , ἀνά ἄρχω to be first imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Symposiarch — Ein Symposiarch (gr. συμποσίαρχος, von συμπόσιον Trinkgelage und ἄρχω befehlen, anführen, beginnen ) ist der Leiter eines Symposions, eine im alten Griechenland von reichlichem Konsum inspirierender Getränke (Wein) geprägte Veranstaltung mit… …   Deutsch Wikipedia

  • χαρά — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 220 μ.) του νομού Λάρισας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (23 τ. χλμ.). * * * η, ΝΜΑ 1. συναισθηματική κατάσταση έντονης ευαρέσκειας, η οποία συνήθως εκδηλώνεται με γέλιο 2. συναίσθημα ικανοποίησης που οφείλεται στην… …   Dictionary of Greek

  • όρχαμος — ὄρχαμος, ὁ (Α) πρώτος στη σειρά, αρχηγός («καὶ πεδοστιβὴς λεὼς σμῆνος ὡς ἐκλέλοιπεν μελισσᾱν σὺν ὀρχάμῳ στρατοῡ», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Αμφβλ. σημ. και ετυμολ. Κατά μία άποψη, η λ. συνδέεται με τα: ἄρχω, ἀρχός «αρχηγός» και εμφανίζει κατάλ. μος… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»