Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

συνισχνανεῖ

См. также в других словарях:

  • συνισχνανεῖ — συνισχναίνω shrivel up fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic) συνισχναίνω shrivel up fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνισχναίνω — Α 1. μαζί με κάποιον άλλο συντελώ στην περιστολή, λιγοστεύω κάτι από κοινού με άλλον («ἀλλ ὁ νόμος αὐτὰ τῷ χρόνῳ συνισχνανεῑ», Ευρ.) 2. παθ. συνισχναίνομαι α) συστέλλομαι, ξηραίνομαι («αἱ φλέβες κακοῡνται καὶ μέρος τι συνισχναίνονται», Ιπποκρ.)… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»