-
1 συνεπιτιμαω
См. также в других словарях:
συνεπετίμησε — συνεπετί̱μησε , συνεπιτιμάω join in chiding aor ind act 3rd sg (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 συνεπιτιμαω
συνεπετίμησε — συνεπετί̱μησε , συνεπιτιμάω join in chiding aor ind act 3rd sg (attic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)