-
1 συνασπιστης
-
2 συνασπιστής
συνασπιστήςshield-fellow: masc nom sg -
3 συνασπιστής
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συνασπιστής
-
4 συνασπιστής
συν-ασπιστής, ὁ, der Mitstreiter -
5 συνασπισταί
συνασπιστήςshield-fellow: masc nom /voc pl -
6 συνασπιστήν
συνασπιστήςshield-fellow: masc acc sg (attic epic ionic) -
7 ξυνασπιστάς
συνασπιστά̱ς, συνασπιστήςshield-fellow: masc acc plσυνασπιστά̱ς, συνασπιστήςshield-fellow: masc nom sg (epic doric aeolic) -
8 συνασπιστάς
συνασπιστά̱ς, συνασπιστήςshield-fellow: masc acc plσυνασπιστά̱ς, συνασπιστήςshield-fellow: masc nom sg (epic doric aeolic) -
9 συνασπισταίς
-
10 συνασπισταῖς
-
11 συνασπιστού
-
12 συνασπιστοῦ
-
13 συνασπιστών
-
14 συνασπιστῶν
См. также в других словарях:
συνασπιστής — shield fellow masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνασπιστής — ὁ, Α [συνασπίζω] συμπολεμιστής, συναγωνιστής … Dictionary of Greek
συνασπισταῖς — συνασπιστής shield fellow masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνασπισταί — συνασπιστής shield fellow masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνασπιστοῦ — συνασπιστής shield fellow masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνασπιστήν — συνασπιστής shield fellow masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνασπιστῶν — συνασπιστής shield fellow masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ξυνασπιστάς — συνασπιστά̱ς , συνασπιστής shield fellow masc acc pl συνασπιστά̱ς , συνασπιστής shield fellow masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συνασπιστάς — συνασπιστά̱ς , συνασπιστής shield fellow masc acc pl συνασπιστά̱ς , συνασπιστής shield fellow masc nom sg (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ՎԱՀԱՆԱԿԻՑ — ( ) NBH 2 0771 Chronological Sequence: Unknown date ա. συνασπιστής qui una pugnat, commilito. Մարտակից. նիզակակից. զինուորակից: Պիտառ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)