Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

συνασπιστής

См. также в других словарях:

  • συνασπιστής — shield fellow masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνασπιστής — ὁ, Α [συνασπίζω] συμπολεμιστής, συναγωνιστής …   Dictionary of Greek

  • συνασπισταῖς — συνασπιστής shield fellow masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνασπισταί — συνασπιστής shield fellow masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνασπιστοῦ — συνασπιστής shield fellow masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνασπιστήν — συνασπιστής shield fellow masc acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνασπιστῶν — συνασπιστής shield fellow masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυνασπιστάς — συνασπιστά̱ς , συνασπιστής shield fellow masc acc pl συνασπιστά̱ς , συνασπιστής shield fellow masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνασπιστάς — συνασπιστά̱ς , συνασπιστής shield fellow masc acc pl συνασπιστά̱ς , συνασπιστής shield fellow masc nom sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ՎԱՀԱՆԱԿԻՑ — ( ) NBH 2 0771 Chronological Sequence: Unknown date ա. συνασπιστής qui una pugnat, commilito. Մարտակից. նիզակակից. զինուորակից: Պիտառ …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»