Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

συνάφεια

См. также в других словарях:

  • συναφείᾳ — συναφείᾱͅ , συνάφεια combination fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνάφεια — combination fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνάφεια — Η ελκτική δύναμη που ασκείται από τα μόρια δύο επιφανειών που εφάπτονται. Τα μόρια των δύο επιφανειακών στρωμάτων έλκονται μόνο αν βρίσκονται σε αμοιβαία απόσταση της τάξης των μοριακών αποστάσεων, δηλαδή περίπου 1 / 100.000.000 του εκ. Μια τόσο… …   Dictionary of Greek

  • συνάφεια — η άμεση σχέση, αλληλεξάρτηση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • συναφείας — συναφείᾱς , συνάφεια combination fem acc pl συναφείᾱς , συνάφεια combination fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ξυνάφεια — συνάφεια , συνάφεια combination fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναφείαι — συναφείᾱͅ , συνάφεια combination fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναφειῶν — συνάφεια combination fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συναφείαις — συνάφεια combination fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνάφειαι — συνάφεια combination fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνάφειαν — συνάφεια combination fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»