Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

συγγείτων

См. также в других словарях:

  • συγγείτων — bordering masc/fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συγγείτων — ονος, ὁ, ἡ, Α 1. γειτονικός 2. ως ουσ. γείτονας. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + γείτων, ονος) …   Dictionary of Greek

  • συγγείτον' — συγγείτονα , συγγείτων bordering masc/fem acc sg συγγείτονι , συγγείτων bordering masc/fem dat sg συγγείτονε , συγγείτων bordering masc/fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • γείτονας — ο (θηλ. ισσα, η) (AM γειτων, ο, η) 1. αυτός που κατοικεί ή βρίσκεται κοντά σε κάποιον άλλο 2. φρ. «πρώτα το γείτονα και μετά τον αδερφό» (γιατί μερικές φορές οι γείτονες προστρέχουν να μας βοηθήσουν πιο αποτελεσματικά κι απ τους συγγενείς) β.… …   Dictionary of Greek

  • συγγείτνιος — ον, Α συγγείτων*. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + γείτνιος «γειτονικός»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»