Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

στάγ-δην

См. также в других словарях:

  • στάδην — Α επίρρ. 1. σε όρθια στάση («στάδην ἑστῶτες ὠρύονται» στέκονται όρθιοι και ωρύονται, Πλάτ.) 2. με το ζύγι, ανάλογα με το βάρος. [ΕΤΥΜΟΛ. Το επίρρ. έχει σχηματιστεί από τη συνεσταλμένη βαθμίδα στă τού ἵστημι* + επιρρμ. κατάλ. δην (πρβλ. στάγ δην)] …   Dictionary of Greek

  • στάγδην — Α επίρρ. κατά σταγόνες, σταγόνα σταγόνα. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. σταγ τού στάζω* (πρβλ. αόρ. ἐστάγην) + επιρρμ. κατάλ. δην (πρβλ. μίγ δην)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»