Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

στρᾰτηγ-ιάω

См. также в других словарях:

  • μαθητιώ — (AM μαθητιῶ, άω) έχω έφεση για μάθηση νεοελλ. μσν. είμαι μαθητής, μαθητεύω («η μαθητιώσα νεολαία»). [ΕΤΥΜΟΛ. < μαθητής + επίθημα ιάω (πρβλ. στρατηγ ιάω)] …   Dictionary of Greek

  • μαστιγιώ — μαστιγιώ, άω (Α) θέλω να μαστιγωθώ ή είμαι άξιος μαστίγωσης. [ΕΤΥΜΟΛ. < μάστιξ, ιγος + επίθημα ιάω (πρβλ. στρατηγ ιάω)] …   Dictionary of Greek

  • συμμαθητιώ — άω, Α εφετ. τού συμμανθάνω*. [ΕΤΥΜΟΛ. < συμμαθητής + κατάλ. ιάω / ιῶ (πρβλ. στρατηγ ιάω/ ιῶ)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»