-
1 στεροπά
στεροπά̱, στεροπήflash of lightning: fem nom /voc /acc dualστεροπά̱, στεροπήflash of lightning: fem nom /voc sg (doric aeolic) -
2 στεροπά
-
3 στεροπᾷ
-
4 στεροπά
1 lightning flashλαμπραὶ δ' ἦλθον ἀκτῖνες στεροπᾶς P. 4.198
Κρονίδαν, βαρυόπαν στεροπᾶν κεραυνῶν τε πρύτανιν P. 6.24
“ υἱὸν χεῖρας Ἄρεί τ' ἐναλίγκιον στεροπαῖσί τ ἀκμὰν ποδῶν” I. 8.37 -
5 στεροπή
στεροπ-ή, ἡ, poet. word,A like ἀστεροπή, ἀστραπή, flash of lightning,σ. πατρὸς Διός Il.11.66
, cf. Hes.Th. 845;ἀκτῖνες στεροπᾶς ἀπορηγνύμεναι Pi.P.4.198
; στεροπᾶν κεραυνῶν τε πρύτανις, i.e. Zeus, ib.6.24;ἕλικες.. στεροπῆς ζάπυροι A.Pr. 1084
(anap.);βροντῇ στεροπῇ τε Id.Supp.34
(anap.), etc.2 generally of dazzling light, gieam,χαλκοῦ στεροπή Il.11.83
, Od.4.72; of the sun,ὦ λαμπρᾷ στεροπᾷ φλεγέθων S.Tr.99
(lyr.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > στεροπή
-
6 φλεγέθω
I trans., scorch, burn up,πῦρ πόλιν φλεγέθει Il.17.738
:—[voice] Pass.,ὄφρα πυρὶ φλεγεθοίατο νεκροί 23.197
.II intr., blaze, flare up,πυρὶ φλεγέθοντι 21.358
, cf. Orph.Fr. 194;πυρσοί τε φλεγέθουσι Il.18.211
;κεραυνοῦ φλεγέθοντος Hes.Th.[846]
; [Ἅλιος] λαμπρᾷ στεροπᾷ φλεγέθων S.Tr.99
(lyr.), cf. E.Ph. 169 (lyr.): metaph., blaze forth, shine, A.Supp.88 (lyr.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > φλεγέθω
См. также в других словарях:
στεροπά — στεροπά̱ , στεροπή flash of lightning fem nom/voc/acc dual στεροπά̱ , στεροπή flash of lightning fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
στεροπᾷ — στεροπή flash of lightning fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)