Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

στελεχη-τόμος

См. также в других словарях:

  • στελεχητόμος — ον, Α αυτός που κόβει στελέχη, κορμούς δένδρων («πέλεκυς στελεχητόμος», Φίλλιπ. Θεσσ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < στελέχη, πληθ. τού στέλεχος + τόμος (< τόμος < τέμνω)] …   Dictionary of Greek

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»