Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

στάμων

См. также в других словарях:

  • στήμονας — Όργανο που στο άνθος των Αγγειοσπέρμων παίρνει μέρος στο σχηματισμό του «ανδρείου» ή «ανδρωνίτη», δηλαδή του άρρενος γεννητικού συστήματος. Κάθε σ. αποτελείται από δύο μέρη που διακρίνονται καθαρά: το νήμα και τον ανθήρα, ο οποίος φέρεται στην… …   Dictionary of Greek

  • στήμων — ονος, ὁ, ΜΑ, και δωρ. τ. στάμων Α βλ. στήμονας …   Dictionary of Greek

  • σταμαγορίς — και στημαγορίς, ίδος, ἡ, Α συστροφή, μπέρδεμα πολλών κλωστών. [ΕΤΥΜΟΛ. < στάμων, δωρ. τ. τού στήμων + αγορίς (< ηγορος < ἀγείρω), πρβλ. σαφ ηγορίς] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»