Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

σπιζίας

См. также в других словарях:

  • σπιζίας — σπιζίᾱς , σπιζίας sparrow hawk masc acc pl σπιζίᾱς , σπιζίας sparrow hawk masc nom sg (attic epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπιζίας — ὁ, Α ονομασία μικρού γερακιού που καταδιώκει τις σπίζες και τα στρουθιά. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπίζα + κατάλ. ίας (πρβλ. κορακ ίας)] …   Dictionary of Greek

  • σπιζίαι — σπιζίας sparrow hawk masc nom/voc pl σπιζίᾱͅ , σπιζίας sparrow hawk masc dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σπιζία — σπιζίᾱ , σπιζίας sparrow hawk masc nom/voc/acc dual σπιζίας sparrow hawk masc voc sg σπιζίᾱ , σπιζίας sparrow hawk masc voc sg (attic) σπιζίᾱ , σπιζίας sparrow hawk masc gen sg (doric aeolic) σπιζίας sparrow hawk masc nom sg (epic) σπιζίον… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φαβοτύπος — ὁ, Α 1. αυτός που χτυπά περιστέρια 2. είδος γερακιού που σκοτώνει περιστέρια («ἱέρακες ἄμφω ὅ τε φαβοτύπος καὶ ὁ σπιζίας», Αριστοτ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < φάψ, φαβός «άγριο περιστέρι» + τυπος (< τύπος < τύπτω «χτυπώ»), πρβλ. ζῳο τύπος] …   Dictionary of Greek

  • (s)pingo- —     (s)pingo     English meaning: sparrow, finch     Deutsche Übersetzung: ‘sperling, Fink”, vom piependen Laute     Material: Gk. σπίγγος (Hes.), σπίζα (*σπιγγι̯α) “finch” (similarly σπύγγας, σπινθών, σπίνος “finch”), σπιζίᾱς m. ‘sperber”… …   Proto-Indo-European etymological dictionary

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»