Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

σκωληκο-ειδής

См. также в других словарях:

  • θαλλοειδής — ές αυτός που έχει μορφή θαλλού. [ΕΤΥΜΟΛ. < θαλλός + ειδής* (< είδος), πρβλ. ομο ειδής, σκωληκο ειδής] …   Dictionary of Greek

  • καρκινοειδής — ές (Α καρκινοειδής, ές) 1. όμοιος με καρκίνο*, με κάβουρα 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα καρκινοειδή ζωολ. ομοταξία οστρακόδερμων αρθροπόδων που ζουν στις θάλασσες ή στα γλυκά νερά νεοελλ. το ουδ. ως ουσ. το καρκινοειδές ιατρ. όγκος «μειωμένης… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»