-
1 σκωληκοτοκείται
-
2 σκωληκοτοκεῖται
См. также в других словарях:
σκωληκοτοκεῖται — σκωληκοτοκέω produce grubs pres ind mp 3rd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 σκωληκοτοκείται
2 σκωληκοτοκεῖται
σκωληκοτοκεῖται — σκωληκοτοκέω produce grubs pres ind mp 3rd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)