Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

σκοτί-α

См. также в других словарях:

  • σκότι — το, Ν βλ. συκώτι …   Dictionary of Greek

  • σκότι' — σκότια , σκότιος dark neut nom/voc/acc pl σκότια , σκότιος dark neut nom/voc/acc pl σκότιε , σκότιος dark masc voc sg σκότιε , σκότιος dark masc/fem voc sg σκότιαι , σκότιος dark fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συκώτι — Βλ. λ. ήπαρ. * * * και σκώτι και σηκώτι και σκότι, το, Ν 1. το ήπαρ 2. φρ. α) «μού πρήξε το συκώτι» i) με στενοχώρησε πολύ ii) με κούρασε με την πολυλογία του β) «θα σού φάω το συκώτι» θα σέ εκδικηθώ πολύ σκληρά γ) «έβγαλε τα συκώτια του» είχε… …   Dictionary of Greek

  • Γουόκερ, Σκοτ — (Scott Walker, Οχάιο 1943 –). Αμερικανός συνθέτης και τραγουδιστής. Ο Γ. αποτελεί μία από τις πλέον αινιγματικές μορφές της ροκ μουσικής της δεκαετίας του 1960. Σχεδόν παντελώς αγνοημένος στην πατρίδα του, γνώρισε μεγάλη επιτυχία για σύντομο… …   Dictionary of Greek

  • Ντούζε, Ελεονόρα — (Eleonora Duse, Βιτζεβάνο, Παβία 1858 – Πίτσμπουργκ, Πενσιλβάνια 1924). Ιταλίδα ηθοποιός. Από οικογένεια καλλιτεχνών, ακολούθησε τους γονείς της στις περιοδείες τους από τη μια επαρχιακή πόλη στην άλλη και όταν έγινε τεσσάρων ετών ανέβηκε για… …   Dictionary of Greek

  • Τσέζαρε ντα Σέστο — (Cesare, Σέστο Καλέντε 1477 – Μιλάνο 1523). Ιταλός ζωγράφος. Σε πολύ νεαρή ηλικία έζησε για μεγάλο διάστημα στο Μιλάνο και αργότερα, μετά το 1514, στη Νάπολη και στη Μεσσήνη. Ελάχιστα στοιχεία είναι γνωστά σχετικά με τη ζωή του καλλιτέχνη. Από… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»