Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

σικύαν

См. также в других словарях:

  • σικύαν — σικύα bottle gourd fem acc sg σικύᾱν , σικύα bottle gourd fem acc sg (doric ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συνεκθλίβω — Α 1. συνθλίβω, ζουλώ («συνεκθλίβει τὸ ὑγρὸν εἰς τὴν σικύαν», Πλούτ.) 2. γραμμ. αποβάλλω φθόγγο ή δίφθογγο στην αρχή ή στο τέλος λέξης συγχρόνως. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ἐκθλίβω «πιέζω, στείβω»] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»