См. также в других словарях:
σημερινός — of to day masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημερινός — ή, ό / σημερινός, ή, όν, ΝΜΑ, και σημερνός, ή, ό, Ν αυτός που υπάρχει ή γίνεται σήμερα (α. «η σημερινή βροχή» β. «η σημερινή απόφαση» γ. «οι σημερινές εφημερίδες») νεοελλ. τωρινός, σύγχρονος (α. «τα σημερινά προβλήματα β. «τα σημερινά σχολεία»).… … Dictionary of Greek
σημερινός — ή, ό 1. αυτός που γίνεται σήμερα: Στη σημερινή γιορτή θα εκφωνήσει το λόγο ένας μαθητής. 2. της ημέρας αυτής: Αγόρασε σημερινά αβγά. 3. σύγχρονος, τωρινός: Οι σημερινοί νέοι είναι πιο μορφωμένοι από τους παλιότερους … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σημερινῶν — σημερινός of to day fem gen pl σημερινός of to day masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημερινόν — σημερινός of to day masc acc sg σημερινός of to day neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημερινῆς — σημερινός of to day fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημερινῇ — σημερινός of to day fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημερινέ — σημερινός of to day masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημερινή — σημερινός of to day fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σημερινῷ — σημερινός of to day masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αθήνα — Πρωτεύουσα της Ελλάδας, από τις 18 Σεπτεμβρίου 1834, και του νομού Αττικής, το μεγαλύτερο πνευματικό, βιομηχανικό και οικονομικόεπιχειρησιακό κέντρο της χώρας. Βρίσκεται σε Β πλάτος 37° 58’ 20,1’’ και μήκος 23° 42’ 58,815’’ Α του Γκρίνουιτς. Στην … Dictionary of Greek