Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

σανδαλοθήκη

См. также в других словарях:

  • σανδαλοθήκη — ἡ, Α θήκη για την τοποθέτηση ή για τη φύλαξη σανδαλιών. [ΕΤΥΜΟΛ. < σάνδαλον + θήκη] …   Dictionary of Greek

  • σανδαλοθήκην — σανδαλοθήκη sandal case fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • σανδαλοθήκας — σανδαλοθήκᾱς , σανδαλοθήκη sandal case fem acc pl σανδαλοθήκᾱς , σανδαλοθήκη sandal case fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θήκη — η (ΑΜ θήκη) 1. σκεύος, κιβώτιο ή κουτί μέσα στο οποίο τοποθετείται κάτι για φύλαξη 2. επίμηκες περίβλημα από δέρμα, μέταλλο, ξύλο ή χαρτόνι στο οποίο μπαίνει η κοπίδα ξίφους ή μαχαιριού, θηκάρι («βάλε τὴν μάχαιραν εἰς τὴν θήκην») 3. σκληρό… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»