Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

πόδαργος

См. также в других словарях:

  • Πόδαργος — swift footed masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόδαργος — swift footed masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πόδαργος — (podargus). Γένος πτηνών της οικογένειας των ποδαργιδών. Πρόκειται για μεγαλόσωμα πουλιά με σχετικά μεγάλο κεφάλι, δυνατό γαμψό ράμφος και άνοιγμα στόματος που φτάνει μέχρι κάτω και πίσω από τα μάτια. Ζουν στα δάση και κατασκευάζουν τις φωλιές… …   Dictionary of Greek

  • πόδαργον — πόδαργος swift footed masc/fem acc sg πόδαργος swift footed neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ποδάργου — Πόδαργος swift footed masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποδάργου — πόδαργος swift footed masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ποδάργους — Πόδαργος swift footed masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποδάργους — πόδαργος swift footed masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ποδάργῳ — Πόδαργος swift footed masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ποδάργῳ — πόδαργος swift footed masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πόδαργε — Πόδαργος swift footed masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»