-
1 λαισηιον
τό маленький щит (из невыделанной и покрытой шерстью кожи)(πτερόεν Hom.; λαισήϊα ὠμοβοέης πεποιημένα Her.)
См. также в других словарях:
Κυπουργός, Νίκος — (Αθήνα 1952 –). Μουσικοσυνθέτης, ενορχηστρωτής και πιανίστας. Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ανώτερες θεωρητικές μουσικές σπουδές με τον Γιάννη Α. Παπαϊωάννου. Συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι με υποτροφία… … Dictionary of Greek