Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

πρό-κροσσος

См. также в других словарях:

  • πρόκροσσος — ον, Α συν. στον πληθ. πρόκροσσοι, αι, α, και πρόκροσσοι, α 1. (ιδίως για πλοία) αυτοί που είναι παρατεταγμένοι κατά κανονικά διαστήματα, σε σειρές (α. «πρόκροσσαι ἐς πόντον ἐπί ὀκτώ» παρατεταγμένα [τα πλοία] με τις πρώρες προς το πέλαγος σε βάθος …   Dictionary of Greek

  • υπόκροσσος — ον, Α πρόκροσσος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο) * + κροσσαί «οι επάλξεις τών τειχών, βαθμίδες, σκαλοπάτια» (πρβλ. πρό κροσσος)] …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»