Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

πρόστωον

См. также в других словарях:

  • προστῷον — portico neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Amerias — (Greek: Ἀμερίας, 3rd century BC) was an ancient Macedonian lexicographer, known for his compilation of a Glossary entitled (Γλῶσσαι Glossai terms,words ). Αnother of his works was called Ῥιζοτομικός, Rhizotomikos (ῥίζα + τέμνειν rhiza + temnein,… …   Wikipedia

  • Vatopedi monastery — View of Vatopedi monastery from the nearby beach. The Holy and Great Monastery of Vatopedi (also spelled Vatopaidi[1], Greek: Βατοπέδι or Βατοπαίδι, pronounced [vatoˈpeði]) on …   Wikipedia

  • προστώο — και πρόστοο, το / προστῷον και πρόστοον ΝΑ αρχιτ. είδος προστεγάσματος, στηριζόμενου σε κίονες, που βρίσκεται πριν από την στοά τής πύλης ενός οικοδομήματος. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ* + στῳον / στοον (< στωιά / στοά), πρβλ. περι στῷον] …   Dictionary of Greek

  • πρόστωος — ον, Α [προστῷον] αυτός που βρίσκεται πριν από στοά («πρόστῳοι τόποι», Σχολ. Ιλ.) …   Dictionary of Greek

  • τετράστοο — το / τετράστοον, ΝΜΑ, και τετράστῳον Μ (στην αρχ. Ρώμη) πρόδομος οικιών με τέσσερεις στοές, το αίθριο μσν. αίθουσα με τετραπλή σειρά στύλων. [ΕΤΥΜΟΛ. Ουσιαστικοποιημένος τ. τού επιθ. τετράστοος. Για τον τ. τετράστῳον, πρβλ. πρόστῳον καθώς και τον …   Dictionary of Greek

  • προστῴου — προστῴ̱ου , προστῷον portico neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προστῴῳ — προστῴ̱ῳ , προστῷον portico neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»