Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

πρωτο-σέληνος

См. также в других словарях:

  • ηλιοσέληνος — ἡλιοσέληνος, ον (AM ἡλιοσέληνος, ον) μσν. αυτός που ανήκει στον ήλιο και στη σελήνη αρχ. το αρσ. ως ουσ. ὁ ἡλιοσέληνος λίθος τού οποίου ο συνδυασμός τών χρωμάτων θυμίζει τη σύνοδο ήλιου και σελήνης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο * + σεληνος (< σελήνη),… …   Dictionary of Greek

  • ημισέληνος — Το ημικυκλικό σχήμα της Σελήνης που εμφανίζεται στο πρώτο ή στο τελευταίο της τέταρτο (αλλιώς, μισοφέγγαρο). Οι Σουμέριοι και οι Ακάδιοι λάτρευαν τη Σελήνη με την ονομασία Σιν, παριστάνοντάς την άλλοτε με τα χαρακτηριστικά γενειοφόρου άνδρα και… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»