Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

πρωκτοπεντετηρίς

См. также в других словарях:

  • πρωκτοπεντετηρίς — ίδος, ἡ, Α η ανά πενταετία γιορτή τού πρωκτού, η πενταετηρίδα τής ακολασίας («ὅσην ἔχει τὴν πρωκτοπεντηρίδα», Αριστοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πρωκτός + πεντετηρίς] …   Dictionary of Greek

  • πρωκτοπεντετηρίδα — πρωκτοπεντετηρίς quinquennial debauchery fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»