Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

προ-ποδηγός

См. также в других словарях:

  • προποδηγός — και δωρ. τ. προποδαγός, όν, και ανώμ. τ. θηλ. προποδηγέτις, ιδος, Α αυτός που προπορεύεται και δείχνει τον δρόμο στους άλλους, οδηγός. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ποδηγός* «οδηγός»] …   Dictionary of Greek

  • πους — Όρος που δηλώνει τη μετρική μονάδα των ελληνικών και λατινικών στίχων. Διακρίνουμε στους π. μία άρση (ισχυρή συλλαβή, συνήθως μακρά, στην οποία πέφτει ο ρυθμικός τόνος) και μία θέση (ασθενή συλλαβή). Η βραχεία συλλαβή (υ) υπολογιζόταν ως μετρική… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»