Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

προ-μνηστεύομαι

См. также в других словарях:

  • προμνηστεύομαι — ΜΑ μσν. αρραβωνιάζομαι εκ τών προτέρων μσν. αρχ. 1. προμνῶμαι* 2. (σχετικά με το αξίωμα τού επισκόπου) αγωνίζομαι, επιδιώκω να αποκτήσω κάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + μνηστεύομαι «αρραβωνιάζομαι, αναζητώ, επιδιώκω»] …   Dictionary of Greek

  • προμνώμαι — άομαι, Α 1. κάνω προξενιό, προξενεύω («προμνησάμενη τῷ Ἀετίωνι τὴν θυγατέρα», Λουκιαν.) 2. μτφ. παρακινώ, προτρέπω κάποιον σε κάτι 3. (με δοτ.) προσπαθώ να πείσω κάποιον να κάνει κάτι 4. γεν. συνιστώ, συμβουλεύω («τοιαῡτα προμνᾱται ἑκάστου… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»